Μέλος του Μητρώου Επιχειρήσεων Ηλεκτρονικών Μέσων Ενημέρωσης

Τη σημασία του θηλασμού τονίζει μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Αυστραλία από επιστημονική ομάδα με επικεφαλής την ομογενή Φωτεινή Χασιώτου.


Σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα, το μητρικό γάλα παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του σώματος των παιδιών, επειδή περιέχει βλαστοκύτταρα, τα οποία όχι μόνο περνούν στον παιδικό οργανισμό, αλλά επιπλέον τον επηρεάζουν άμεσα προστατεύοντάς τον από ασθένειες, όπως ο διαβήτης και το Πάρκινσον.
Η επίκουρη καθηγήτρια στη Σχολή Χημείας και Βιοχημείας του Πανεπιστημίου της Δυτικής Αυστραλίας στο Περθ κυρία Φωτεινή Χασιώτου ανήκει στην ερευνητική ομάδα Χάρτμαν για τον Ανθρώπινο Θηλασμό και είναι επικεφαλής ομάδας που ερευνά ένα από τα σημαντικότερα μεταβολικά όργανα του σώματος, τον μαστό και το φυσικό «προϊόν που παράγει κάνοντας ένα «δώρο ζωής» στη γυναίκα αλλά και στο βρέφος της. Και η έρευνα έφερε τώρα στο φως μια άλλη άγνωστη πτυχή του «πολυπρόσωπου» αυτού οργάνου.

Σύμφωνα με το «New Scientist», το συμπέρασμα της μελέτης είναι πολύ σημαντικό, επειδή τα βλαστοκύτταρα έχουν την ικανότητα να αναγεννιούνται και να μετατρέπονται σε οποιονδήποτε ιστό του ανθρώπινου σώματος, ενώ συχνά χρησιμοποιούνται για θεραπευτική χρήση σε πολλές ασθένειες.

Μάλιστα, πριν από επτά χρόνια διαπιστώθηκε ότι το μητρικό γάλα περιέχει έναν τύπο βλαστοκυττάρων, όμως οι επιστήμονες δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν αν είναι χρήσιμος για τα βρέφη ή αν απλώς περνούν σε αυτά από τον οργανισμό της μητέρας.

Κατά τη νέα μελέτη, οι ερευνητές δημιούργησαν γενετικά τροποποιημένα ποντίκια που έφεραν στον οργανισμό τους ένα γονίδιο, το οποίο τους έδινε ένα κόκκινο φως υποδεικνύοντας την ύπαρξη συγκεκριμένων κυττάρων. Όταν τα θηλυκά ποντίκια γέννησαν, οι ερευνητές τούς έδωσαν να θηλάσουν άλλα μικρά, οι μητέρες των οποίων δεν έφεραν το γονίδιο αυτό. Έτσι, αν εμφάνιζαν στον οργανισμό τους τα παραπάνω κύτταρα, οι επιστήμονες θα γνώριζαν ότι πέρασαν μέσω του μητρικού γάλακτος.

Όπως διαπιστώθηκε, μετά την ενηλικίωση των ποντικιών, τα βλαστοκύτταρα αυτά όχι μόνο είχαν περάσει στον οργανισμό τους, αλλά επιπλέον βρίσκονταν στο αίμα τους και σε πολλούς ιστούς, όπως ο εγκέφαλος, ο θύμος αδένας, το πάγκρεας, το συκώτι και οι νεφροί. Ορισμένα, μάλιστα, παρήγαγαν σημαντικές πρωτεΐνες, όπως η ινσουλίνη, η έλλειψη της οποίας προκαλεί διαβήτη.

Η δρ Χασιώτου αποφοίτησε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και έκανε μεταπτυχιακά στο πανεπιστήμιο της δυτικής Αυστραλίας, ενώ στη συνέχεια εντάχθηκε στην ομάδα Χάρτμαν. Η τελευταία της μελέτη πραγματοποιήθηκε επίσης στο πανεπιστήμιο της δυτικής Αυστραλίας.

Πηγή:zougla.gr