Η θέση του Γ. Σαρακιώτη για το φυσικό αέριο
«Δίκτυο φυσικού αερίου: Αναπτυξιακές προοπτικές για την Ελλάδα και τη Φθιώτιδα».
Δείτε επίσης....
Το ιστορικό της δημιουργίας δομών για την ένταξη του φυσικού αερίου στην καθημερινότητα των πολιτών και εν γένει στην οικονομική ζωή της χώρας αποτελεί μία μακρά διαδικασία παλινωδιών, καθυστερήσεων, αλλά πολλές φορές και ευχάριστων εκπλήξεων.
Από το 1857 και την έναρξη λειτουργίας του Εργοστασίου Φωταερίου στο Γκάζι της Αθήνας, έως το 2017 και την ίδρυση της νέας Εταιρείας Παροχής Αερίου (Ε.Π.Α.) Αττικής, η Ελλάδα πραγματοποίησε αρκετά βήματα, αλλά όχι τόσα ώστε η χρήση φυσικού αερίου να καταστεί συνείδηση και εργαλείο οικονομικής ανάπτυξης.
Κατά τα τελευταία τρία έτη, φαίνεται ότι κάτι αλλάζει. Ο «Διαδριατικός Αγωγός Φυσικού Αερίου», ο περίφημος TAP (Trans Adriatic Pipeline) υλοποιείται με γοργούς ρυθμούς και η ολοκλήρωσή του αναμένεται να καλύψει μεγάλο μέρος της εσωτερικής ζήτησης, διαφοροποιώντας παράλληλα τους παρόχους, οι οποίοι έως σήμερα περιορίζονται στην Ρωσία και στην Αλγερία (μέσω μεταφοράς υγροποιημένου αερίου). Το ως άνω κέρδος προστίθεται στα πολλαπλά οφέλη για τη χώρα μας από την αναβάθμισή της σε κόμβο μεταφοράς υδρογονανθράκων προς τις ακμαίες αγορές της Δυτικής Ευρώπης, θέση η οποία θα εδραιωθεί περαιτέρω από την εύρεση και εκμετάλλευση ιδίων κοιτασμάτων εντός της ελληνικής επικράτειας.
Έτερη ένδειξη μεταστροφής της κουλτούρας της ελληνικής κοινωνίας είναι η σταθερή άνοδος της κατανάλωσης του φυσικού αερίου, παρά την περίοδο της μεγάλης κάμψης μεταξύ 2012-2015. Όπως μνημονεύεται στα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, τα πλέον αξιοσημείωτα θετικά αποτελέσματα όσον αφορά την κατανάλωση έχουν σημειωθεί στην Ελλάδα, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το 2016, οπότε η κατ’ έτος αύξηση ανήλθε στο 30,2%. Περί του τι δύναται να αναμένει η χώρα μας, είναι ενδεικτικό ότι για την περίοδο 2018-2036 προβλέπεται μείωση του ενεργειακού κόστους κατά 2,211 δις ευρώ για τις περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας και Στερεάς Ελλάδας, ενώ για την ίδια περίοδο η προστιθέμενη αξία στις οικονομίες των εν λόγω περιοχών αναμένεται να ανέλθει στα 755,7 εκατ. ευρώ, με την ταυτόχρονη δημιουργία περισσότερων από 2.500 νέων έμμεσων και άμεσων θέσεων εργασίας.
Κατέχοντας δεσπόζουσα θέση πάνω στο χάρτη, η Φθιώτιδα δε θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Εντός του 2017 ξεκίνησε το πιλοτικό πρόγραμμα για τη διασύνδεση των κατοίκων της Λαμίας με το υφιστάμενο κεντρικό σύστημα, με τις συνδέσεις να αναμένεται να πραγματοποιηθούν δωρεάν εξαιτίας της ύπαρξης δικτύου διανομής χαμηλής πίεσης. Από την πρώτη στιγμή, το ενδιαφέρον ήταν τεράστιο, ενώ ήδη το Νοέμβριου του ιδίου έτους ανακοινώθηκαν οι 200 πιλοτικού χαρακτήρα συνδέσεις. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό της Δ.Ε.Δ.Α. για την περίοδο 2018-2022, το δίκτυο της Λαμίας θα επεκταθεί κατά 90,9 χλμ. μέσω εκταμίευσης ενός μέρους από τα 142 εκατ. ευρώ, τα οποία προορίζονται για τέτοιου είδους έργα ανά την επικράτεια. Όπως έχει γίνει γνωστό από τις αρμόδιες υπηρεσίες, η δεύτερη φάση της επέκτασης του δικτύου θα συμπεριλάβει – και μάλιστα λίαν συντόμως – και άλλες μεγάλες κωμοπόλεις της Στερεάς Ελλάδας και της Φθιώτιδας, με απώτερο στόχο την πρόσβαση κάθε νοικοκυριού και κάθε επιχείρησης σε φθηνή και καθαρή ενέργεια.
Η συγκυρία είναι ευνοϊκή, εξαιτίας της εύρεσης κοιτασμάτων κυρίως στην Ανατολική Μεσόγειο, της προτεραιότητας που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη διαφοροποίηση των εισαγωγών της και την απεξάρτησή της από την Ρωσία, καθώς και των τεραστίων κονδυλίων που απελευθερώνονται προς τον εν λόγω σκοπό. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η υπογραφή της δανειακής σύμβασης, την 1η Μαρτίου, μεταξύ της Δ.Ε.Δ.Α. και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ύψους 48 εκατ. ευρώ, για την ανάπτυξη του δικτύου φυσικού αερίου σε πόλεις της Κεντρικής Ελλάδας, της Κεντρικής Μακεδονίας, της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης.
Εν συναρτήσει με τα προαναφερθέντα η πολιτική βούληση της παρούσας κυβέρνησης υφίσταται και η στρατηγική χαράσσεται με γνώμονα μία πραγματικά πράσινη ανάπτυξη προς όφελος των πολλών και όχι των λίγων. Η επέκταση του δικτύου του φυσικού αερίου στη Φθιώτιδα και σε ολόκληρη τη χώρα συνιστά μία «χρυσή ευκαιρία» ανοίγματος νέων οριζόντων και δημιουργίας προοπτικών καινοτομίας και αειφορίας.